Ποιες είναι οι προϋποθέσεις αξίωσης πρόσθετης αποζημίωσης για το τμήμα του ακινήτου που απομένει στον ιδιοκτήτη μετά την αναγκαστική απαλλοτρίωση;
Δικαίωμα πρόσθετης αποζημίωσης του ιδιοκτήτη ακινήτου για το τμήμα που απομένει μετά την απαλλοτρίωση δημιουργείται εφόσον η χρήση του τμήματος του ακινήτου που απομένει μετά την απαλλοτρίωση μειώνεται σημαντικά.
Σε αρκετές περιπτώσεις αναγκαστικών απαλλοτριώσεων ακινήτων δεν απαλλοτριώνεται όλη η επιφάνεια ενός ακινήτου, αλλά τμήμα αυτού.
Η μερική απαλλοτρίωση ακινήτου είναι συνήθως δυσμενέστερη για τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, διότι στερείται τμήμα της επιφάνειας του ακινήτου και αναγκάζεται να διατηρήσει στην κυριότητά του το υπόλοιπο τμήμα του ακινήτου.
Αυτή η αναγκαστική διατήρηση του τμήματος του ακινήτου είναι στις περισσότερες περιπτώσεις επιζήμια για τον ιδιοκτήτη.
Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες γνώσεις για να καταλάβουμε ότι όσο πιο μεγάλο είναι ένα ακίνητο, τόσο πιο μεγάλη είναι η αξία του ανά τ.μ.
Το μεγάλο ακίνητο εύλογα θα έχει δυνατότητες ευρύτερης χρήσης σύμφωνα με τον προορισμό του σε σύγκριση με το γειτονικό μικρό ακίνητο.
Αυτή ακριβώς τη ζημία που υφίσταται ως προς τη δυνατότητα χρήσης το ακίνητο που απομένει στον ιδιοκτήτη σε μικρότερη έκταση από το αρχικό ακίνητο της ιδιοκτησίας του καλύπτει η πρόσθετη αποζημίωση του μη απαλλοτριούμενου τμήματος.
Κριτήρια για τη μείωση της χρήσης του τμήματος που απομένει μετά την απαλλοτρίωση τμήματος του ακινήτου αποτελούν η κύρια χρήση αλλά και η δευτερεύουσα χρήση του ακινήτου κατά τον προορισμό του.
Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αποζημίωσης που θα πρέπει να καταβληθεί μαζί με την αποζημίωση για το τμήμα του ακινήτου που απαλλοτριώνεται θα συνεκτιμηθούν η κατάσταση του ακινήτου πριν την απαλλοτρίωση και μετά την απαλλοτρίωση, η σημαντική επιδείνωση τόσο των γεωμετρικών στοιχείων όσο και της οικονομικής και εμπορικής εκμεταλλεύσεως του ακινήτου και η ζημία του τμήματος που απομένει μετά την απότμηση του απαλλοτριούμενου τμήματος.
Ας δούμε λοιπόν το ζήτημα της πρόσθετης αποζημίωσης του τμήματος ακινήτου που απομένει μετά τη μερική αναγκαστική απαλλοτρίωση, μέσα από το κείμενο δικαστικής απόφασης:
«Κατά τη διάταξη του άρθρου 13 παρ. 4 του ν. 2882/2001, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 128 παρ. 2 ν. 4070/2012 (ΦΕΚ 82/Α710-4-2012) και εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, απαλλοτριώσεις (άρθρο 146 παρ. 9 του εν λόγω νόμου), «εάν απαλλοτριωθεί τμήμα ακινήτου με αποτέλεσμα η αξία του τμήματος που απομένει στον ιδιοκτήτη να μειωθεί σημαντικά σε σχέση με την κύρια ή αποδεδειγμένως υφιστάμενη δευτερεύουσα κατά προορισμό χρήση, μπορεί να προσδιορίζεται με την απόφαση καθορισμού της αποζημίωσης και ιδιαίτερη αποζημίωση για το τμήμα που απομένει στον ιδιοκτήτη και η οποία καταβάλλεται μαζί με την αποζημίωση για το απαλλοτριούμενο. Για τον προσδιορισμό της ιδιαίτερης αποζημίωσης λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο, ιδίως, η κατάσταση του ακινήτου πριν και μετά την απαλλοτρίωση, η σημαντική επιδείνωση των γεωμετρικών στοιχείων και της οικονομικής και εμπορικής εκμεταλλεύσεως αυτού, όπως επίσης ότι η ζημία του απομένοντος θα επέλθει μετά βεβαιότητας μετά την απότμηση του απαλλοτριούμενου τμήματος«.
Από την διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη με τις διατάξεις του άρθρου 17 παρ. 2 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, συνάγεται ότι, για να είναι πλήρης η αποζημίωση, η οποία οφείλεται ως αντάλλαγμα για την στέρηση της ιδιοκτησίας, πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο την αξία του απαλλοτριούμενου τμήματος του ακινήτου, αλλά και την ζημία, την οποία υφίσταται ο ιδιοκτήτης, επειδή το τμήμα που του απομένει, μετά την απαλλοτρίωση, γίνεται άχρηστο ή μειώνεται σημαντικά η αξία του.
Στην περίπτωση αυτή, κατά την οποία το τμήμα που απομένει υφίσταται σημαντική μείωση της αξίας του ή καθίσταται άχρηστο, ο ιδιοκτήτης του δικαιούται να ζητήσει τον καθορισμό και την παροχή ιδιαίτερης αποζημίωσης, είτε κατά τη δίκη του προσωρινού καθορισμού, είτε κατ’ αυτήν του οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης, για το τμήμα που απαλλοτριώθηκε, η αποζημίωση δε αυτή καλύπτει όχι μόνον την εκ της απαλλοτριώσεως και μόνον της εκτάσεως του όλου ακινήτου ζημία, αλλά και εκείνη που επήλθε από την εκτέλεση του έργου, για το οποίο κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση του μέρους του ακινήτου (Ολ.ΑΠ 31/2005, ΑΠ 1554/2017).
Τέλος, ενόψει της ως άνω διατάξεως του άρθρου 13 παρ. 4 του Ν. 2882/2001 (Κ.Α.Α.Α.), όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της από το άρθρο 128 παρ. 2 του Ν. 4070/2012, για να είναι πλήρης και να μη θεωρείται ανεπαρκής η αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως που επιδικάζει ή δεν επιδικάζει ιδιαίτερη αποζημίωση για τη μείωση της αξίας των εναπομεινάντων μετά την απαλλοτρίωση τμημάτων των ιδιοκτησιών, πρέπει να ενέχει προσδιορισμό των εναπομεινάντων τμημάτων, ήτοι αναφορά περί του εμβαδού τους και των λοιπών προσδιοριστικών τους στοιχείων και να αναφέρει την κατά προορισμό χρήση των εναπομεινάντων τμημάτων και τη μετά την αναγκαστική απαλλοτρίωση δυνατότητα ή μη της πραγματοποίησης της χρήσης αυτής και με ποιες προϋποθέσεις (ΑΠ 148/2018, ΑΠ 1957/2017, 1201/2017, ΑΠ 205/2017, ΑΠ 1279/2015).»